Πηγαίνει στην Κρήτη ένας τύπος με πολλά λεφτά και μαγεύεται από τις
ομορφιές της. Κάποια στιγμή συναντάει έναν ντόπιο ο οποίο κρατά ένα
Κρητικό μαχαίρι.
- Φίλε, του λέει, πολύ ωραίο το μαχαίρι σου. Πόσα θέλεις για να μου τοδώσεις;
- Δεν είναι για πούλημα, απαντά ο Κρητικός.
- Θα σου δώσω όσα θες, λέει ο πλούσιος.
- Όχι, ξαναλέει ο Κρητικός.
- Να, θα σου δώσω το χρυσό μου ρόλεξ, λέει με λαχτάρα ο πλούσιος.
- Σου πα, δεν σου τη δίνω τη μαχαίρα.
- Μα γιατί; ρωτά ο πλούσιος.
- Γροίκα, λέει ο Κρητικός.
ομορφιές της. Κάποια στιγμή συναντάει έναν ντόπιο ο οποίο κρατά ένα
Κρητικό μαχαίρι.
- Φίλε, του λέει, πολύ ωραίο το μαχαίρι σου. Πόσα θέλεις για να μου τοδώσεις;
- Δεν είναι για πούλημα, απαντά ο Κρητικός.
- Θα σου δώσω όσα θες, λέει ο πλούσιος.
- Όχι, ξαναλέει ο Κρητικός.
- Να, θα σου δώσω το χρυσό μου ρόλεξ, λέει με λαχτάρα ο πλούσιος.
- Σου πα, δεν σου τη δίνω τη μαχαίρα.
- Μα γιατί; ρωτά ο πλούσιος.
- Γροίκα, λέει ο Κρητικός.
Άμα μου δώκεις το ρόλεξ τσε σου δώκω την
μαχαίρα,
μαχαίρα,
τσε πάω στο χωριό,
τσε κάτσω στον καφενέ,
τσε πιω δύο
ρατσές,
ρατσές,
τσε με πιάκει ο πεντοζάλης,
τσε έρθει κάποιος τσε μου πει: "Τσι
μάνας σου το μουνί" , εγώ ήντα θα του πω;
ΕΝΝΕΑ ΠΑΡΑ ΤΕΤΑΡΤΟ
μάνας σου το μουνί" , εγώ ήντα θα του πω;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου